Κρίση στην συνδικαλιστική παράταξη;



Της Λίας Φράγκου.

Επηρεάστηκα από τον σ. Καλύβη και έτσι καταθέτω και εγώ μερικές πρώτες σκέψεις- συμβολή στη συζήτηση για τα ζητήματα του σ.κ. 

Εκ των πραγμάτων, θα σταθώ σε ορισμένα σημεία από το κείμενο του Αλέκου και ασφαλώς δεν θα συμφωνήσω με την βεβαιότητά του, ότι είναι «άγονη και προσχηματική» μια συζήτηση, που αν και εξαγγέλλεται εδώ και αρκετά χρόνια, δεν έχει ακόμη ξεκινήσει. 
Θεωρώ βαρυσήμαντο τον ισχυρισμό, ότι η υπόθεση του ΜΕΤΑ, αφορά πρωτίστως τους σ. που δραστηριοποιούνται στο σ.κ. γιατί δυστυχώς μέχρι και πολύ πολύ πρόσφατα, γίνεται το αντίθετο. 
Η ηγετική κομματική παρέμβαση όχι μόνο δεν έλειψε, αλλά μέχρι και τώρα, είχε καθοριστική ασφυκτική συμμετοχή. Ο βαθμός διασύνδεσης κόμματος – παράταξης- συνδικάτου, ένα κομβικό πρόβλημα του σ.κ., από την εποχή της συγκρότησης του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, όλο και μεγιστοποιείται, αντί να μειώνεται. Έτσι στην περίπλοκη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, η παρέμβαση του συντρόφου, παρά την επίκληση της αυτονομίας του σ.κ., μοιάζει ως κομματική παρέμβαση. 


Προσπερνώ το ειρωνικό ύφος, για μαγαζάκι καθαρούτσικο, και λέω ότι εκείνο που χρειάζεται, είναι να αντιμετωπίσουμε επιτέλους τα «κλειστά μαγαζιά» που δεν είναι «μικρά και καθαρά» αλλά έχουν εξελιχθεί σε λέσχες επιλεκτικών μελών, απόμακρα και απωθητικά για τους εργαζόμενους. Μαγαζάκια που είναι χώροι «συνδικαλιστικού πολιτισμού», που κάποιοι αξιοποιούν για να επαγγελματοποιούν την συμμετοχή τους στην όλη δομή του σ.κ. και προσπαθούν αυτό να το ονομάσουν συνδικαλισμό, ενοχοποιώντας και θολώνοντας τις πραγματικές αξίες και ρόλους του συνδικαλισμού. 

Δυστυχώς δεν έχει τραυματιστεί μια παράταξη, αλλά έχει τραυματιστεί εδώ και χρόνια όλο το σ.κ., από την απαξίωση, την αναποτελεσματικότητά του, την συρρίκνωσή του, την αποδυνάμωσή του, την στρεβλή του λειτουργία, την μετατροπή του σε αρένα παραγοντισμού, σε χώρο επένδυσης προσωπικών και ομαδικών φιλοδοξιών και στόχων, ακόμη και σε προθάλαμο κομματικών στόχων, που δεν ταυτίζονται όμως με τις ανάγκες της πλειοψηφίας των εργαζομένων. 

Το πρόβλημα του σ.κ και του ΜΕΤΑ, δεν είναι γενική και αόριστη αντιπαράθεση, αλλά διαφορά απόψεων, όχι τόσο στην αποτύπωση των πολιτικών πλαισίων, όσο στην εφαρμογή αυτών. 

Θα συμφωνήσω, ότι τα προβλήματα του σ.κ. δεν θα λυθούν με όρους κόμματος αλλά με όρους κινήματος, αλλά η άποψη του Αλέκου, ότι « αναμένουμε ανακατατάξεις στο ΣΥΡΙΖΑ που αποτελούν ένα ακροατήριο που μας ενδιαφέρει, άρα να μην απομονωθούμε μαζί του» αποτελεί όρο κόμματος ή κινήματος ; 

Να υποθέσω ότι η επιλογή της «συνύπαρξης», αποτελεί κομματική επιλογή, παρά τους συνδικαλιστικούς ενδοιασμούς και τα προβλήματα που προκάλεσαν; Μήπως τελικά αυτός είναι και ο πραγματικός φορέας των αντιπαραθέσεων, και όχι οι αντιθέσεις ιδιωτικού - δημοσίου, με τις οποίες άλλωστε πορευόμαστε εδώ και χρόνια; 

Η ηγεμονική υπεροχή στο κίνημα σίγουρα δεν έχει σχέση με διαμοίρασμα ιματίων, αλλά μήπως καθορίζεται από την «σύμπραξη» με μοναδικό σκοπό, το διαμοίρασμα θέσεων; 

Ποιος μιλάει αλήθεια για καθαρότητα και απομόνωση από τους εργαζόμενους; Μήπως γιατί ακούγονται ξανά, δειλά-δειλά, αντιλήψεις ρεαλισμού, συνευθύνης, προσχηματικών κοινωνικών διαλόγων, κοινωνικού εταιρισμού, άμβλυνσης διαφορών ; 

Ας σταματήσει επιτέλους η καραμέλα της καθαρότητας και του σεχταρισμού, ας μιλήσουμε με ειλικρίνεια ότι η πραγματική βάση διαφωνιών, είναι το πολιτικοσυνδικαλιστικό πλαίσιο του ΜΕΤΑ και η εφαρμογή του ή η άμβλυνσή του. 

Aς ανατρέξουμε λίγο στις θέσεις του ΜΕΤΑ. 

• «Απέναντι στην ιδεολογική και πολιτική ισχύ του νεοφιλελευθερισμού το εργατικό κίνημα δεν προβάλει ισχυρές αντιστάσεις»

• «τα συνδικάτα χάνουν σταδιακά το ριζοσπαστισμό τους και αποστασιοποιούνται από την αρχή της ταξικής πάλης, ενσωματώνουν συναινετικά στοιχεία στη λογική τους και αναζητούν, μέσα απο τον προσχηματικό διάλογο, συναινέσεις, υπό την αιγίδα της κρατικής εξουσίας»

• «οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που αποδέχονται τα μνημόνια ως μονόδρομο, εντάχθηκαν πλήρως στο μνημονιακό δόγμα, περιορίζοντας την κριτική τους στην αντιμετώπιση των επαχθών όρων και μόνο. Οι παρατάξεις αυτές αμβλύνουν τις διαφορές τους και διαμορφώνουν ένα πλαίσιο που διευκολύνει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Αυτές οι παρατάξεις περιορίζονται σε έναν χαλαρό, κλασικού τύπου αμυντικό συνδικαλιστικό αγώνα, χωρίς τα απαραίτητα πολιτικά χαρακτηριστικά που χρειάζονται σε αυτόν τον αγώνα» 

Το κείμενο των πολιτικο-συνδικαλιστικών θέσεων του ΜΕΤΑ, είναι επίκαιρο και ανταποκρίνεται στην σημερινή πραγματικότητα, η οποία έχει χειροτερεύσει σε βάρος των εργαζομένων. Ενδεικτικά ορισμένα ακόμη σημεία:

• «Ζούμε σε φάση ωμής βαρβαρότητας του καπιταλισμού» , 

• « Στην Ελλάδα, οι αλλαγές που συντελέστηκαν οδήγησαν σε μεγάλη υποχώρηση την εργατική τάξη, που αν δεν δημιουργηθεί ταχύτατα αντίστροφη πορεία, κινδυνεύει να λάβει χαρακτηριστικά στρατηγικής ήττας», 

• «οι αλλαγές στη σύνθεση της μισθωτής εργασίας δημιουργούν αντιφατικό σκηνικό, αποσταθεροποιώντας πλήρως τους όρους εκπροσώπησης» 

• « σε αντιπαράθεση είμαστε και με τις δυνάμεις του μνημονιακού μπλοκ και με τις δυνάμεις του απομονωτισμού», 

• « υπερασπιζόμαστε την αγωνιστική ενότητα των εργαζομένων, που τα χαρακτηριστικά της κρίσης, το βάθος και η σφοδρότητα της βάρβαρης επιδρομής αποτελεί την βάση της αγωνιστικής ενότητας ενάντια στα μνημόνια, στους διεθνείς μηχανισμούς και στις αντιλαϊκές κυβερνήσεις» 

Αλλά και στην αναφορά των προβλημάτων του σ.κ. που επιχειρείται στο κείμενο του σ., στα οποία και οι θέσεις του ΜΕΤΑ με μεγαλύτερη πληρότητα αναφέρονται , αλλά πουθενά οι αποφάσεις της παράταξης, δεν κατέληξαν σε διλήμματα απέναντι στον βολονταρισμό και στην συνετή αναμονή, ή ότι το σ.κ. κινείται ανεπηρέαστο και έξω από την εκάστοτε πολιτική πραγματικότητα, ή ότι οι πολιτικοί στόχοι των συνδικάτων συνιστούν «γέμισμα των αιτημάτων». 

Αντίθετα με σαφήνεια η παράταξη έχει τοποθετεί σ’ αυτά: 


Πολιτική η μάχη- πολιτικά τα αιτήματα

Η ανατροπή των βάρβαρων, μνημονικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, η υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων και ο αγώνας για μια άλλη πολιτική με επίκεντρο τις ανάγκες των πολλών, να γίνουν ο κεντρικός πολιτικός στόχος του σ.κ. για το επόμενο διάστημα»

« Οι συνδικαλιστικές διεκδικήσεις πρέπει να εναρμονίζονται εκ των πραγμάτων με την ανάγκη ανατροπής των εφαρμοζόμενων πολιτικών και την διεκδίκηση πολιτικών αλλαγών» 

« το σ.κ. πρέπει επειγόντως να μεταπηδήσει από το πεδίο του συνομιλητή στο πεδίο του ανταγωνιστή, να καταστεί ορατός εκπρόσωπος των εργαζομένων» (ΜΕΤΑ).

Σε καμιά περίπτωση επίσης, δεν διαπνέονται οι αποφάσεις της παράταξης, από λογικές μετατόπισης της ευθύνης στις πλάτες των εργαζομένων, πολύ περισσότερο δε, δεν κινούνται σε λογική κατανόησης των «δυσκολιών» που συνάντησε η γραφειοκρατία της συνδικαλιστικής ηγεσίας.

Βλέπω στο κείμενο του σ. να σκιαγραφείται μια άλλη προσέγγιση από αυτή των αποφάσεων της παράταξης, που κατά την γνώμη του σ. θα είναι δημιουργική και ουσιαστική αν μπει σε «διαφορετική βάση», ενώ εξελίσσεται σε άγονη και προσχηματική, όταν οι απόψεις αποκλίνουν. 

Να θυμηθούμε, ότι οι θέσεις του ΜΕΤΑ, αποφασίστηκαν σε μια εποχή με το βλέμμα μερικών σ. στη νέα κυβερνητική εποχή που ερχόταν, η επεξεργασία δε και η διαμόρφωση αυτών, ήταν λεπτομερής και αποτέλεσμα συμβιβασμών. 

Σήμερα κάποιοι ασφυκτιούν ακόμη και μέσα σε αυτό, αλλά ας μιλήσουν με ειλικρίνεια, ότι αναζητούν την μετακίνησή τους από τις πολιτικοσυνδικαλιστικές αυτές συλλογικές δεσμεύσεις. 

Το πλαίσιο του ΜΕΤΑ, εάν και εφόσον τηρείται, είναι ικανό να ανταποκριθεί στις σημερινές ανάγκες. Πρώτιστη δε δέσμευση ήταν, το τολμηρό άνοιγμα της συζήτησης για τη κρίση του σ.κ., έτσι αδυνατώ να καταλάβω, την θύελλα που ξεσηκώθηκε, την απαίτηση για ακύρωση και την υπονόμευση μιας συζήτησης για το σ.κ. 

Όχι άλλους αναστοχασμούς ποια, είναι ύψιστη ανάγκη να ανοίξει επιτέλους με τόλμη και ειλικρίνεια, μια πολύμορφη, πολυεπίπεδη, πλατιά συζήτηση για τη κρίση του σ.κ και τη προοπτική του. 

Ανεξάρτητα από χειρισμούς, η αγωνία η οποία έπρεπε να διακατέχει, είναι πως και σε ποιο βαθμό θα υλοποιούνται οι συλλογικές μας δεσμεύσεις. Πόσο αποφασιστικά, θα επισπεύσουμε και θα προωθήσουμε την εφαρμογή των αποφάσεών μας, πως θα τις επικαιροποιήσουμε με βάση την δυσμενέστερη για τους εργαζόμενους κατάσταση. Σε αυτή τη βάση, θα έπρεπε να ήταν η επίκληση της επαναφοράς στην κανονικότητα. 

Αντί αυτού όμως, έγιναν επιλογές που τραυμάτισαν, στο όνομα του παραγοντισμού, της φιλοδοξίας, της γραφειοκρατικής οπτικής, της βαρονίας, της υπαρξιακής ανυπομονησίας μερικών.