Μπαλατζίκι (Balatçık) στον τόπο των προγόνων μου.

Δεν κρύβω πως από μια ηλικία και μετά, άρχισα να ενδιαφέρομαι έντονα για τη διερεύνηση του οικογενειακού μου παρελθόντος, από μια εσωτερική παρόρμηση να προσδιορίσω την καταγωγή μου, να μάθω γεγονότα και βιώματα προγόνων που δεν γνώρισα, αλλά και ούτε είχα ακούσει κάτι για αυτά.

  

Έτσι συνταξιούχος πλέον προχώρησα στο πρώτο βήμα. Άρχισα σιγά σιγά να στήνω με τη βοήθεια του διαδίκτυου και μιας εφαρμογής που βρήκα εκεί, το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Βασιλειάδη. Η επομένη κίνηση ήταν να συναντηθώ με τα πρώτα ξαδέλφια μου για να ανταλλάξουμε πληροφορίες τις οποίες φρόντισα να καταγράψω σε βίντεο και πολλά από αυτά τα στοιχεία να συμπληρώσουν τα κενά του γενεαλογικού δέντρου.

Η επόμενη κίνηση ήταν η επιτόπια παρουσία στον τόπο που γεννήθηκε, έζησε και πέθανε ο προπαππούς μου Βασίλης, ο παππούς μου Γιώργος, που γεννήθηκαν τα 7 αδέλφια του και ο πατέρας μου και έζησαν εκεί τα παιδικά τους χρόνια. 94 χρόνια μετά την Ελληνική τραγωδία της Μ. Ασίας και την αναγκαστική προσφυγιά των συγγενών μου, από το Μπαλατζίκι του Αϊδινίου στη Κοκκινιά (Νίκαια), πάτησα και εγώ γεμάτος ανάμικτα συναισθήματα στα εδάφη της Μικρασιατικής γης.



 Χωρίς να είναι ο κύριος προορισμός μας αυτός, η έντονη επιθυμία μου για το προσωπικό μου "τάμα" στο χωριό αυτό, έγινε χωρίς πολύ σκέψη και επιθυμία όλης της παρέας.

Μετά την επίσκεψη μας στο Μουσείο της Εφέσου, τον Τάφο της Παναγίας και το Ελληνικό χωριό Κιρκιντζές (Σιρίντζε στα Τούρκικα), πήραμε τον δρόμο για το Μπαλατζίκι (Balatçık) το οποίο είναι ένα μικρό αγροτικό χωριό, λίγα χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Σιρίντζε.

Η επιλογή του οδηγού μας να "κόψει" δρόμο για να κερδίσουμε χρόνο, αποδείχτηκε ατυχής γιατί η οδήγηση μέσω του google maps υπήρξε προβληματική και μας οδήγησε σε μια μεγάλη βόλτα σε ορεινά "παρθένα" πευκοδάση άγριας ομορφιάς. Μετά από προφορική βοήθεια ντόπιων καταφέραμε να βρούμε τον κανονικό δρόμο και γεμάτος χαρά και συγκίνηση μόλις είδα την πινακίδα, κατέβηκα να την απαθανατίσω.

 Η αίσθηση μου που συμφώνησαν σε αυτήν και οι άλλοι φίλοι, είναι ότι πρόκειται για μια εύφορη ελαιοπαραγωγική περιοχή με τουλάχιστον δυο ελαιοτριβεία να σφύζουν από κίνηση τρακτέρ που μετέφεραν σάκους με ελιές, με αρκετούς ανθρώπους στους δρόμους, μικρά και φτωχικά σπίτια, αρκετά από αυτά παλιά ερειπωμένα και άλλα μόνο χαλάσματα ...


 Ποιος ξέρει σε ποιους δρόμους από αυτούς να έπαιζε και ο πατέρας μου.... 

Η ώρα ήταν περασμένη και δεν είχαμε χρόνο να μιλήσουμε με ανθρώπους, να ψάξουμε για περισσότερα πράγματα, να αναφερθούμε σε προγενέστερους κατοίκους, αν και με μεγάλη περιέργεια συγκεντρώναμε τα βλέμματα των χωριανών που μας βλέπανε να περιφερόμαστε με την φωτογραφική μηχανή στο χέρι αποτυπώνοντας ότι "παλιό" υπήρχε.

Αυτό το προσκυνηματικό πέρασμα από τον τόπο με κάλυψε συναισθηματικά έστω και χωρίς να μάθω τίποτα περισσότερο, τίποτα πιο συγκεκριμένο από αυτά που ήξερα ήδη.


Κρατάω επίσης ότι όταν φωτογράφιζα την πινακίδα με την ονομασία του χωριού, ο αγρότης οδηγός ενός τρακτέρ μας χαιρέτησε πρόσχαρα κουνώντας το χέρι.