Σαν σήμερα πριν.... 34 χρόνια!!




16 Νοέμβρη 1973. Το πρωί πήγα στη δουλειά. Η μέρα κόλλησε μέσα στη συνηθισμένη ρουτίνα ώσπου ήρθε η ώρα να σχολάσω. Πήγα στη στάση για να πάρω το λεωφορείο και στις απλωμένες εφημερίδες του περίπτερου διάβασα ότι οι φοιτητές που είχαν κλειστεί στο πολυτεχνείο είχαν κατασκευάσει ραδιοσταθμό και μετέδιδαν μηνύματα.
Πήρα εφημερίδα και διάβασα λεπτομέρειες, ενώ η καρδιά μου άρχισε να χτυπά αλλιώτικα περίεργα.
Έφτασα σπίτι και αμέσως άνοιξα το ράδιο ψάχνοντας τις συχνότητες, πράγματι υπήρχε εκπομπή από τα παιδιά του πολυτεχνείου. Μετέδιδαν μηνύματα. Καλούσαν τον λαό να συγκεντρωθεί στο κέντρο των Αθηνών. Έβαζαν επίσης μουσική του Θεοδωράκη. Πολλαπλά αισθήματα άρχισαν να με κυριεύουν. Άρχισα να τρέμω από τη συγκίνηση. Ηρθε πράγματι η ώρα της απελευθέρωσης ; Μήπως σήμανε η ώρα για τη δημοκρατία;
Έγινε μια καλή αρχή, μετά από 6 χρονιά χουντικής προπαγάνδας, ακουγόταν στο ράδιο μια αληθινή, μια αλλιώτικη φωνή, που καλούσε τον λαό.

Βγήκα έξω.
Είχα αλλάξει.
Περπατούσα και δεν αισθανόμουν ότι πατούσα στη γη.
Ένας ενθουσιασμός με είχε κυριεύσει.

Προσπάθησα να επικοινωνήσω με τους φίλους μου. Βρήκα στο τηλέφωνο τον Βάλσαμο. Είχε ακούσει και αυτός στο ράδιο τα μηνύματα των φοιτητών. Δώσαμε ραντεβού στον Πειραιά.
Η ώρα ήταν 5. Πήρα το λεωφορείο και κατέβηκα στον Πειραιά.
Είχα την εντύπωση ότι κάτι θα έβρισκα εκεί, κάποια κίνηση θα είχε γίνει. Σκεπτόμουν να μαζέψω τους συμμαθητές μου και να πάμε στην Αθήνα.
Οι δρόμοι είχαν τη συνηθισμένη κίνηση. Τίποτα δεν είχε αλλάξει.
Αν πρόσεχες όμως περισσότερο, έβλεπες και κάτι άλλο, κάποια ανησυχία, κάποιο ενθουσιασμό. Οι περισσότεροι είχαν ακούσει η είχαν μάθει.

Έφτασα στη σχολή, ερημιά.
Βρήκα μόνο τον Πετρίδη. Συζήτησα μαζί του. Ένιωθε και αυτός το ίδιο. Κάναμε μια βόλτα μέχρι το Δημοτικό θέατρο για να δούμε την κίνηση. Παρατηρήσαμε ομάδες αστυνομικών να περιφέρονται στους δρόμους.

Σε άλλες σχολές είχαν συγκεντρωθεί ήδη τα παιδιά και ασφαλώς συζητούσαν για το πολυτεχνείο.
Γυρίσαμε πάλι στη σχολή. Άρχισαν να μαζεύονται οι πρώτοι συμμαθητές μας. Όλοι είχαν ακούσει άλλοι είχαν δει. Κανείς δεν είχε πάει.
Συζητήσαμε το θέμα. Τους είπα ότι έπρεπε να ανεβούμε στην Αθηνά. Ήταν καθήκον μας.
Εκεί φάνηκε ο πραγματικός εαυτός του καθενός. Εκδηλώθηκε σε μια δύσκολη στιγμή.
Φόβος; Δειλία; Αδιαφορία; Απογοητεύτηκα.
Μάθαμε εν τω μεταξύ ότι είχε μαζευτεί πολύς κόσμος στο κέντρο της Αθήνας.
Ότι έρχονται και από τις γύρω επαρχίες αγρότες. Μάθαμε επίσης ότι η αστυνομία είχε επιτεθεί να διαλύσει το πλήθος, ότι γινόντουσαν συμπλοκές.
Ήρθε και ο Βάλσαμος. Μαζευτήκαμε άλλοι τρεις, μπήκαμε στο αυτοκίνητο του Πετρίδη και κατεβήκαμε στην Αθήνα.

Αφήσαμε το αμάξι σε ένα δρόμο, και προχωρήσαμε με τα πόδια. Κόσμος πολύς προχωρούσε στους δρόμους, μπήκαμε και εμείς ανάμεσα τους με κατεύθυνση το Πολυτεχνείο. Σε μια στιγμή ένα πλήθος άρχισε να τρέχει τρομοκρατημένο. Είχαν επιτεθεί αστυνομικοί. Προχωρήσαμε και άλλο και μπήκαμε σε μια ομάδα, προηγουμένως χάσαμε τον Βάλσαμο.
Αρχίσαμε να φωνάζουμε τα συνθήματα που έλεγαν και οι άλλοι.
Κοίταξα γύρω μου. Πρώτη φορά βρισκόμουν σε παρόμοια κατάσταση.
Ένα πλήθος κάθε λογής ανθρώπων, οι περισσότεροι νέοι, μα και παιδιά, φώναζαν και προχωρούσαν.
Ο ενθουσιασμός και η ελπίδα είχαν μετατραπεί σε θάρρος. "εργάτες-αγρότες και φοιτητές" , "ΕΣΑ ΕΣ ΕΣ, βασανιστές", "Λαέ πεινάς γιατί τους προσκυνάς", ήταν τα κυριότερα συνθήματα.

Σε μια στιγμή οι μπροστινοί σταμάτησαν. Μπροστά είχαν κλείσει το δρόμο πολυάριθμοι αστυνομικοί. Στη μέση είχαν ένα τεθωρακισμένο της αστυνομίας.
Άρχισαν να ρίχνουν δακρυγόνα. Τα μάτια έτσουζαν. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι και η αναπνοή κοβόταν. Ο κόσμος άρχισε να διαλύεται. Δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς.
Από παντού ο κόσμος έτρεχε. Είχαν πέσει πυροβολισμοί, υπήρχαν νεκροί. Μπροστά μας ήταν οι αστυνομικοί, αλλά τα μάτια μας δεν μας βοηθούσαν καθόλου.
Αποφασίσαμε να φύγουμε. Αυτό έκαναν όλοι.
Όταν έφτασα σπίτι μου ήταν περασμένες δώδεκα Δεν είχα μείνει ευχαριστημένος από τη προσφορά μου, δεν μπορούσα όμως να κάνω τίποτα περισσότερο.
Ξάπλωσα και άνοιξα το ράδιο στη συχνότητα του πολυτεχνείου. Ακούγονταν μηνύματα και ανακοινώσεις. Υπήρχαν πολλοί τραυματίες και νεκροί, ενώ γίνονταν εκκλήσεις προς τον διεθνή ερυθρό σταυρό και τις πρεσβείες να παραλάβουν βαριά τραυματισμένους......

Τα μάτια μου έκλεισαν βαριά και αποκοιμήθηκα χωρίς να το καταλάβω.


(Από το προσωπικό ημερολόγιο μου, που μετά από 34 χρόνια σήμερα ξαναδιάβασα....)